- σπιρουλίνα
- η, Νβοτ. γένος κυανοφυκών τα είδη τού οποίου απαντούν σε αβαθή αλκαλικά νερά στη νότια τής Σαχάρας Αφρική και στο Μεξικό.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… … Dictionary of Greek